Δευτέρα, Ιανουαρίου 03, 2011

Αναδημοσίευση

"Είναι τα χειρότερα Χριστούγεννα της ζωής μου», ξέσπασε η 14χρονη κόρη προς τον πατέρα της. «Με το ζόρι πήρες δένδρο. Είπες και ότι ο Αγιος Βασίλης κοιτάζει τη φορολογική δήλωση των γονιών για να επιλέξει δώρα. Σε λίγο δεν θα πάρουμε κανένα δώρο». Η αφορμή της θλίψης ήταν ένας μικροκαβγάς και εκνευρισμός για άσχετο θέμα (στην εφηβεία όλες οι τριβές συσχετίζονται και συσσωρεύονται, με διάσπαρτα, σεισμικά ξεσπάσματα). Το κορίτσι είχε πάψει εδώ και καιρό να πιστεύει στην ύπαρξη του Αη Βασίλη, αλλά είναι ακόμη αρκετά μικρή ώστε να επηρεάζεται η διάθεσή της από την προσμονή για δώρα, από την ανάγκη για χαρές θεσμοθετημένες και σίγουρες. Παιδί με φαντασία, παρατηρητικότητα, ευγένεια και ευαισθησία, είναι η πρώτη που θα δεχόταν ότι τα περισσότερα παιδιά του κόσμου θα ήταν ευτυχισμένα αν είχαν τα προβλήματά της, αλλά το παράπονο ήταν αυθόρμητο και ασυγκράτητο. Μέσα σε μια ζωή γεμάτη μαθήματα, μουσική, φίλες και ρουτίνα είχε εισβάλει ο κόσμος των μεγάλων, η μελαγχολία της εποχής.

Πράγματι, αυτά τα Χριστούγεννα είναι διαφορετικά από τα άλλα, σκέφτηκε ο πατέρας. Δεν ήταν ότι τα παιδιά δεν είχαν πάρει δώρα ακόμη - η οικογένεια τηρούσε την ελληνική παράδοση να τα δίνει την Πρωτοχρονιά. Ηταν κάτι στον αέρα - μια αγωνία, μια αίσθηση ότι η γιορτή έφθασε χωρίς τη συνηθισμένη προσμονή για ευχάριστες εκπλήξεις και χαρούμενη παρέα. Ολοι οι Ελληνες είναι πλέον ανήσυχοι, σκέφτηκε, είτε έχασαν τη δουλειά τους ή μεγάλο μέρος των εσόδων τους, είτε περιμένουν πότε θα χτυπήσει και αυτούς η κρίση. Μια βδομάδα πριν από τα Χριστούγεννα, ο πατέρας είχε πάει στην πλατεία να πάρει ένα δένδρο. «Πενήντα ευρώ τα μικρά», του είπε ο πωλητής. «Πενήντα!» απάντησε κατάπληκτος. Ο πωλητής γύρισε την πλάτη και επέστρεψε προς το τροχόσπιτο και τη φωτιά που έκαιγε κλαδιά σε ένα βαρέλι. Δεν άφησε κανένα περιθώριο διαπραγμάτευσης. «Καλά», σκέφτηκε ο πελάτης, «θα έρθω σε λίγες μέρες πάλι ή θα πάρω ψεύτικο. Ή θα πάω αλλού. Πενήντα δεν δίνω». Δεν θυμόταν τι είχε πληρώσει τα προηγούμενα χρόνια, αλλά αυτό το ποσό φαινόταν ύβρις σε αυτή την εποχή, που κανείς δεν ξέρει τι τον περιμένει το 2011.

Τελικά, δύο μέρες πριν από τα Χριστούγεννα αγόρασε ένα μικρό έλατο σε γλάστρα. Ηταν λίγο ακριβότερο από τα κομμένα αλλά τουλάχιστον είχε μέλλον, θα μπορούσε να κάνει την περήφανη επανεμφάνισή του στο σαλόνι και τον επόμενο χρόνο, όχι να καταντήσει μαραμένο λείψανο στο πεζοδρόμιο μετά δύο-τρεις εβδομάδες. Η καθυστερημένη αγορά, όμως, άφησε τα παιδιά να καταλάβουν ότι κάτι είχε αλλάξει, ότι τα συνηθισμένα δεν ήταν αυτονόητα πια. Στο θέμα των δώρων δεν ήταν ότι οι γονείς φάνηκαν πιο σφιχτοί φέτος· τα παιδιά, με τις συνηθισμένες φιλοδοξίες για ακριβά δώρα, γνώριζαν από παλιά ότι τέτοιες επιθυμίες δεν εκπληρώνονται. «Γιατί;» απαίτησαν τα μικρότερα, που ακόμη έκαναν ότι πίστευαν στον Αγιο. «Επειδή ο Αγιος Βασίλης δεν δίνει ακριβότερα δώρα απ’ αυτά που θα μπορούσαν να αγοράσουν οι γονείς. Δεν θέλει να τους φέρνει σε δύσκολη θέση». Η απάντηση δεν τους άρεσε αλλά τη δέχτηκαν: είχε μια λογική -τηρούσε τις ισορροπίες ανάμεσα στους γονείς και τα παιδιά- παρόλο που ακύρωνε τη θαυματουργία του Αγίου. Μέσα στο κλίμα των ημερών, όμως, το επιχείρημα φαινόταν σαν άλλη μια υπεκφυγή.

Ο πατέρας περίμενε να ηρεμήσει η κόρη. (Οι άλλοι κοιμούνταν.) Είχε μάθει πια ότι αν μιλούσε πριν περάσει η μπόρα, θα πετύχαινε μόνο να συντηρήσει την ένταση. Τον είχε τρομάξει το ξέσπασμα και τον προβλημάτιζε. Το παιδί αυτό ήταν πάντα καλοπροαίρετο και συνεργάσιμο. Τώρα είχε αγριέψει - σαν να του είχαν κλέψει κάτι, να το είχαν εξαπατήσει. Αλλά ποτέ δεν είχε απαιτήσεις για παιχνίδια ή ρούχα ή τα γυαλιστερά αγαθά της τεχνολογίας. Σιγά σιγά, ο πατέρας άρχισε να καταλαβαίνει. Το κορίτσι αντιδρούσε σε όλη την ανησυχία, στέρηση και μελαγχολία που έβρισκε μπροστά του. Τα προβλήματα από τις δουλειές που οι γονείς έφερναν στο σπίτι, η θλίψη από τα μαγαζιά της γειτονιάς που έκλειναν το ένα μετά το άλλο -μαζί με την έντονη ανασφάλεια της εφηβείας- εισχωρούσαν σαν βαριά ομίχλη σε κάθε γωνιά του σπιτιού. Αλλοίωνε το πώς έβλεπε ο ένας τον άλλον πλέον. Η κόρη έβλεπε γονείς που συνεχώς ήταν απασχολημένοι με άλλα και άλλους. Οι γονείς έβλεπαν μόνο υποχρεώσεις και μετρούσαν τις επιδόσεις των παιδιών. Ο πατέρας κοίταζε την κόρη - σοβαρή και θλιμμένη, αλλά με ένα κρυφό χαμόγελο ότι είχε τραβήξει την προσοχή του. Εβλεπε πάλι το παιδί που ήταν και, για πρώτη φορά, τη γυναίκα που γινόταν. Αυτό που έβλεπε ήταν το δώρο του για τα Χριστούγεννα, για κάθε μέρα. Η κόρη θα έπαιρνε το δικό της δώρο αργότερα."


εξαιρετικό κείμενο του Νίκου Κωνσταντάρα από την Καθημερινή που ιχνηλατεί πολύ εύστοχα τις μη χειροπιαστές επιδράσεις της ζοφερής περιρέουσας ατμόσφαιρας στον ψυχισμό των παιδιών και στις οικογενειακές σχέσεις:

ρωτώντας πως πήγαν οι "εισπράξεις' από τα κάλαντα,ελάμβανα την στερεότυπη απάντηση "καλά,αν λάβουμε υπόψιν και την Κρίση"...τα παιδιά συνάντησαν φέτος πολύ περισσότερες κλειστές πόρτες,αλλά και εκεί που τους άνοιγαν,οι παροχές ήταν πολύ πιο μετρημένες από άλλες χρονιές.Καλώς ήρθετε στον "κόσμο των μεγάλων"...

2 σχόλια:

αθεόφοβος είπε...

Το κείμενο θέλει να περιγράψει μια περιρρέουσα ατμόσφαιρα αλλά όταν βάζει ένα παιδί 14 χρονών να πιστεύει ακόμα στον Αη Βασίλη χάνει από την αρχή την αξιοπιστία του.

squarelogic είπε...

Ισως δεν πρόσεξες οτι γράφει καθαρά πως το κορίτσι δεν πιστεύει στον Αγιο Βασίλη,αλλά το χρησιμοποιεί ασυνείδητα ως τεχνική αποπροσωποίησης της μομφής: αντί να πει "πατέρα εσύ φταις που δεν μπορείς να μου ικανοποιήσεις τις προσδοκίες στις οποίες με είχες συνηθίσει" τα λέει έμμεσα για τον Αγ.Βασίλη.
Κατά τα άλλα,μια θετική παρενέργεια της κρίσης είναι οτι οι πιο "σοφοί" στρέφονται προς τα μέσα και ανακαλύπτουν πόσο είχαν παραπλανηθεί κυνηγώντας την ευτυχία μέσω του καταναλωτικού ανταγωνισμού...αρκεί να μπορούν ακόμη να πληρώνουν τις όλο και πιο δυσβάσταχτες ανελαστικές υποχρεώσεις.